4 May 2007

Πολίτες δίχως πόλη...

Το γνώρισα αυτό το σπίτι, της Ιωάννας, εκεί στις αρχές του 60. Θυμάμαι τις σκάλες και το μικρό στενό της εισόδου, τη σιδερένια εξώθυρα, το υπόγειο με το μαυροπίνακα και το φιλέ του πινκ-πογκ, τριγυρισμένο από μεγάλα παράθυρα, που το έλουζαν με φως. Εκεί έπαιζαν τα παιδιά… Το σπίτι δεν υπάρχει πια. Γκρεμίστηκε το 2005, κατά τα ειωθότα. Απέναντι ακριβώς απ’ τον Αη Λευτέρη, δίπλα στο Παγοποιείο. Εκεί μεγαλώσαμε άλλωστε. Στην οδό Υψηλάντου, Φυλής και Παπαφλέσσα, στο «λοξό», και στις γραμμές. Μια τεθλασμένη περιπάτου, μια φούρλα ποδηλάτου, με μικρές ανάσες ανάμεσα στις διασταυρώσεις.
Κι η Ιωάννα λείπει… Και το σπίτι της Παπαφλέσσα αποκαθηλώθηκε εδώ και χρόνια, ούτε τα χνάρια του δεν υπάρχουν πια. Εμείς κατοικούμε αλλού, διασπαρμένοι από αγέρηδες μετανάστες και απόδημους. Με το πάθος της φυγής τραφήκαμε… Ηταν το τρένο, η «ταχεία» που περνούσε κάθε βράδυ στις 11.00 χειμώνα-καλοκαίρι απ’ τη γειτονιά, βαριά και φωτεινή όπως ακριβώς και οι πόθοι της εφηβείας.
Το όναρ της τάξης μας. Αυτής που έκανε την υπέρβαση, που άλλαξε πόστο και ήθη, που εν τέλει κανοναρχεί ως «ροζ» πλειοψηφία στο παρόν. Δεν έχω τίποτε με το σινάφι μου, αντιθέτως. Από τη στιγμή που σταμάτησα να αγοράζω κολώνια χύμα, μπήκα στον κόσμο της νεωτερικότητας. Η φαντασίωση της «Σανέλ Νο 5», καταδίωκε όλες τις σουφραζέτες της σειράς μας μαζί με μια «σαμψονάϊτ» ταξιδιού. Μαζί μου και όλοι εκείνοι που ψήφιζαν «δημοκρατικά» από το 74 και μετά, κι οι μικρομεσαίοι, κι οι λογιώτατοι που διάβασαν τα χρόνια της… πρωτοπορίας από Εριχ Φρομ μέχρι και Κούντερα, εγκαταλείποντας τη σειρά των νεοελλήνων της ΕΣΤΙΑΣ. Σκέπτομαι συχνά τη διαφορά της δικής μας σειράς με τους ανιόντες. Μεγίστη. Το πατρικό εκείνων διασώζεται ακόμα σε κάποιο οικισμό της βουκολικής επαρχίας. Εκεί που γεννοβολούσε μια μάννα ανάμεσα σε χωράφια και λιοστάσια, στ’ αλώνια της σταφίδας ή στη σκιά μιας καρυδιάς. Βλέπεις εκεί δεν έφτασαν ακόμα οι αντιπαροχείς εργολάβοι. Μόνα τα χωράφια αγρίεψαν κι η τέχνη της πέτρας λησμονήθηκε. Στις συντηρήσεις εκείνων των σπιτιών επέδραμε το μπετό και το αλουμίνιον, παρόλα αυτά παραμένουν τετραγωνισμένα και ανθεκτικά στην πλινθοδομή της μνήμης και της νοσταλγίας.
Οι μικροαστοί των πολισμάτων που δόμησε ο πολιτισμός μας από το 50 και μετά, ήταν προορισμένοι για φυγή. Από το χωριό στην πόλη και από κει σε πρωτεύουσα ή συμπρωτεύουσα, ταξίδια κανόνας και νόμος! Τι καταφέραμε; Ένας καταπέλτης μας οδήγησε στο δόγμα «όπου γης και πατρίς», λες και οι τόποι δεν έχουν ταυτότητα.
Στη μονογενή μου θυγατέρα, εγώ η ταξιδιάρισσα, εξηγώ συχνά αυτά τα περίπλοκα και ψυχοδυναμικά των ταξιδιών. Το σπίτι που γεννήθηκε νοικιασμένο, το σπίτι στο χωριό μισοερειπωμένο, το ιδιόκτητο μισοτελειωμένο αλλά σταθερό στη γη και στα θεμέλια, της δίνει νήμα για τη νοσταλγία της ωριμότητας. Εκείνη όταν μεγαλώσει σαν και μένα θα έχει να λέει για τον πολιτισμό που κατόρθωσε χωρίς να ρωτηθεί. Ναι, γεννήθηκα στο κλεινόν άστυ, μεγάλωσα στην Κομοτηνή, και έζησα την εφηβεία μου στην Αμαλιάδα. Σπούδασα στην Πάτρα… Η μάνα μου κατάγεται από την Ικαρία, γεννήθηκε στην Αλεξανδρούπολη, έζησε στην Αθήνα και κατέληξε στην Αμαλιάδα. Ο πατέρας μου από τα ημιορεινά του Μοριά, με καταγωγή μισή από τη Μάνη κι άλλη μισή από την Αρκαδία.
Ο τόπος όλος δεν θα τη χωρά αλλά ευτυχώς θα την θάλπει. Κι εκείνη θα προσπαθεί να συνδυάσει το αειθαλές του Μοριά, με το πορφυρό της Θράκης, το φως της Αττικής και το γαλάζιο του Αιγαίου. Οπου κι αν βρίσκεται θα κοιτά απέναντι. Και θα είναι μια πολίτης με πολλαπλές πόλεις, και τόπους. Θα είναι καλό ή ζόρικο; Αν κρίνω από το παρόν θα είναι σίγουρα αγωνιώδες αλλά ενδιαφέρον.
Είθε να ξεκαθαρίσει νωρίς για να ριζώσει σαν βαλανιδιά στην πλαγιά του τόπου που διαλέγει…Αφήνοντας μόνιμα στο συρτάρι του σπιτιού, όπου πάντα θα επιστρέφει, το Φυτολόγιο με τα ψυχανθή, και τις παλιές φωτογραφίες των ανιόντων. Για να θυμάται πώς κάποτε οι άνθρωποι ερωτεύονταν σε βουνοπλαγές, οι γυναίκες γεννούσαν στον αγρό, και τα παιδιά θήλαζαν χυμούς γαστέρας… Τότε που η απαντοχή ήταν το ίδιον της φυλής και του γένους… Ως παρακαταθήκη, να θυμάται, για να αντέχει ρόλους πολίτη και οπλίτη. Με φαρέτρα γεμάτη…Με άρωμα από βασιλικό, διόσμο και…παρκετίνη!

2 comments:

Anonymous said...

ωραιο κειμενο

Eva said...

Μου άρεσε πάντα ο λόγος σου και χαίρομαι ιδιαίτερα που τον απολαμβάνω πάλι στον ΠτΘ. Τα παρόντα κείμενα εξαιρετικά, είναι του δικού μου γούστου τέλος πάντων, της παράλληλης με τη δική σου σκέψης μου...Πρώτη γνωριμία μας στον ΠτΘ πολλά χρόνια πριν, όταν ως ανήσυχες δασκάλες μαζί με μια συνάδελφο τρέχαμε να γεμίσουμε δημιουργικά τον κενό χρόνο των παιδιών του σχολείου μας με την εφημερίδα "Το στυπόχαρτο". Αν έχεις χρόνο, ρίξε μια ματιά στο
www.eva-laurium.blogspot.com. Δοκιμές έκανα κι εγώ και βγήκε αυτό, ολόγιεμο σχολείο, ιδιαίτερη πατρίδα-Λαύριο- και μεγάλη αγάπη-αρχαία θέατρα και... Με εκτίμηση
Βάντα Παπαϊωάννου